Τι συνέβη στη δεύτερη περίπτωση;

Η μικρή Ελένη δεν έχει πείρα από πολυπολιτισμικά σχολεία στη χώρα της, έχει όμως γνώση περί πολυπολιτισμού από τα βιβλία και τις συζητήσεις με τους γονείς της. Μέχρις εδώ καλά. Καθώς όμως πηγαίνει σε ένα νέο χώρο, δεν παρατηρεί πρώτα τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το νέο αυτό σύστημα. Λίγο από άνεση παιδική, λίγο για να δείξει στο σχολείο της τις ανεκτικές και αντιρατσιστικές της απόψεις, εισβάλλει σε ένα μικρόκοσμο (αυτόν των μαύρων συμμαθητών και συμμαθητριών της) ως «ταύρος εν υαλοπωλείω». Οι ομάδες όμως, ακόμη και οι μικρές ομάδες στα σχολεία, έχουν τους κανόνες και το τυπικό λειτουργίας τους. Η πρόσκληση να καθίσεις στο τραπέζι μαζί μας και η αποδοχή της πρόσκλησης εκ μέρους σου είναι (στο παράδειγμά μας) φιλική κίνηση, η εισβολή στο τραπέζι μας με μια διανοουμενίστικη ανωτερότητα είναι κίνηση εχθρική. «Θέλουμε να σε καλέσουμε εμείς και να έρθεις» μοιάζει να λένε χωρίς να το αρθρώνουν σε λόγο οι μαύροι συμμαθητές και συμμαθήτριες της Ελένης, «όχι να μας κάνεις τη χάρη ή να εισβάλεις εσύ στο χώρο μας». Πόσο έτοιμοι είμαστε να το ακούσουμε και να το αποδεχτούμε αυτό; Πόσο είμαστε ανοικτοί να αφήνουμε τους άλλους να κανονίζουν αυτοί τα δικά τους πράγματα; Μήπως κατά βάθος πιστεύουμε πως ως λευκοί, ανώτεροι, ικανότεροι μπορούμε να επιβάλλουμε στις μειονότητες την αντιρατσιστική, ανώτερη, κοινοβιακή... αλλά πάντως δική μας και όχι δική τους άποψη; Εδώ χρειάζεται να τονίσουμε πως στο πλαίσιο της πολυπολιτισμικής εκπαίδευσης αλλαγές πρέπει να γίνουν και από τις δύο πλευρές: και από «εμάς» και από τους «άλλους». Η κοινωνία του σχολείου αλλάζει και αλλάζει για όλους, όχι μόνο για τις μειονότητες. Και ακριβώς η αλλαγή του δικού μας εαυτού είναι το σημαντικό πρόβλημα.