Βέβαια, ο επαναπροσδιορισμός του προγράμματος διδασκαλίας δεν είναι απαραίτητος μόνο στις κοινωνίες εκείνες που έχουν «το πρόβλημα της πολυεθνικότητας, της πολυπολιτισμικότητας, του πολυεθνισμού» (!), αλλά ακόμη και σε εκείνες τις κοινωνίες στις οποίες υπάρχει -με τον έναν ή τον άλλον τρόπο- ένας συμπαγής, από θρησκευτική, πολιτιστική και εθνική άποψη, μαθητικός πληθυσμός.
Οι επιλογές μας δεν υπαγορεύονται από την ανάγκη να θεραπεύσουμε τα «προβλήματα», αλλά από τις ιδεολογικές μας επιλογές που μας έχουν πείσει πραγματικά ότι ένα πολυφωνικό, πολυεθνικό πρόγραμμα είναι καλύτερο από παιδαγωγική και γνωστική άποψη για το σύνολο των μαθητών.
Γιατί η χρήση της γλωσσικής ποικιλίας μάς παρέχει ένα μοντέλο μεταρρύθμισης όλων των πλευρών του προγράμματος, καθώς
η γλώσσα είναι ο τρόπος με τον οποίο μαθαίνουμε να νοηματοδοτούμε την εμπειρία μας και να την παρουσιάζουμε στον εαυτό μας και τους άλλους
και όχι απλώς μία όψη της κουλτούρας, ένα φίλτρο ή ένα συνοδευτικό της.
Φτιάχνοντας χώρο αποδοχής και υποδοχής των δίγλωσσων παιδιών στην τάξη μου, βοηθώ τα δίγλωσσα παιδιά να νοηματοδοτήσουν τις νέες εμπειρίες τους, να αυτοπροσδιοριστούν, αλλά ταυτόχρονα βοηθώ και τους μαθητές της πλειονότητας να νοηματοδοτήσουν και αυτοί το δικό τους κόσμο με πολλαπλούς τρόπους.
|