Οι δύο εκπαιδευτικοί διαπιστώνουν ένα πραγματικό πρόβλημα, που είναι η δυσκολία των αλλόγλωσσων μαθητών στην ανάγνωση μεγάλων κειμένων. Η δυσκολία αυτή φαίνεται σε όλα τα μαθήματα που απαιτούν την ανάγνωση κειμένων κάποιας υπολογίσιμης έκτασης και τέτοια μαθήματα είναι η Ιστορία, η Γεωγραφία και, βεβαίως, η Λογοτεχνία. Το πρόβλημα γίνεται αντιληπτό στις μεγαλύτερες τάξεις του Δημοτικού και αποκτά κρισιμότητα στο Γυμνάσιο, όπου και τα κείμενα είναι εκτενέστερα και οι εξετάσεις απαιτητικότερες.
Η συζήτηση των εκπαιδευτικών βασίζεται σε μια αυτονόητη προϋπόθεση: η ελλιπής κατάκτηση της δεύτερης γλώσσας θεωρείται υπεύθυνη για την αδυναμία κατανόησης του κειμένου, με άλλα λόγια η κατανόηση του κειμένου εξαρτάται από τη γλωσσική επάρκεια.
Είναι όμως πράγματι έτσι; Κάτω από ποιες προϋποθέσεις κατανοούμε όλοι μας ένα κείμενο που διαβάζουμε;
|