Να σχετίζεται με τα ερωτήματα που έχει ο αναγνώστης πριν από την ανάγνωση του κειμένου

Οι μελετητές της ανάγνωσης συμφωνούν ότι η ανάγνωση είναι πάντα επιλεκτική.

Διαβάζοντας προσπαθούμε να απαντήσουμε σε ερωτήματα που έχουμε εκ των προτέρων, είτε τα συνειδητοποιούμε είτε όχι. Κανείς αναγνώστης, όσο επαρκής κι αν είναι, δεν μπορεί να αντιληφθεί το σύνολο των νοημάτων που δυνητικά περιέχονται σε ένα κείμενο. Βρίσκει αυτά που ψάχνει, γι' αυτό και ένας άλλος αναγνώστης, με διαφορετικά ερωτήματα, θα βρει πιθανόν διαφορετικές απαντήσεις στο κείμενο. Πολύ συχνά συμβαίνει να μην κατανοούμε ένα κείμενο ακριβώς επειδή δεν έχουμε ερωτήματα να του θέσουμε, επειδή, με άλλα λόγια, δεν ψάχνουμε τίποτε.

Είναι λάθος η διαδεδομένη άποψη ότι πρέπει να ξεκινάμε την ανάγνωση «αθώοι», για να αφεθούμε σε αυτήν να μας οδηγήσει σε άγνωστα μονοπάτια της γνώσης ή των αισθημάτων. Τούτο πιθανόν να ισχύει για έμπειρους αναγνώστες, που έχουν την επιθυμία πειραματισμού. Οι νεαροί και άπειροι αναγνώστες, όταν ξεκινούν μια ανάγνωση, χρειάζεται να ξέρουν τι ζητούν να βρουν, καθώς και τι θα ακολουθήσει ύστερα από την ανάγνωση. ΄Ετσι μειώνεται και το άγχος του νοήματος, η αγωνία για το τι θα ρωτήσει ο δάσκαλος και αν θα έχουν καταλάβει για να του απαντήσουν.