Σταθμός 3

Μετά το 1981 κυρίως, ελαττώνεται σημαντικά το πλέγμα απαγορεύσεων σχετικά με τη δημόσια χρήση της γλώσσας. Σήμερα σε ένα σημαντικό μέρος των νομών Φλώρινας, Πέλλας και Καστοριάς, στην επαρχία Εορδαίας του νομού Κοζάνης, στην επαρχία Νάουσας του νομού Ημαθίας, σε πολλά χωριά των νομών Θεσσαλονίκης και Σερρών και σε λίγα των νομών Κιλκίς και Δράμας τα «ντόπια» εξακολουθούν να μιλιούνται. Η γλώσσα διατηρείται περισσότερο στη Δ. Μακεδονία, αν και κάθε χωριό αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση. Για τη Δ. Μακεδονία μια γενική εκτίμηση είναι ότι οι καθημερινοί ή ευκαιριακοί χρήστες της γλώσσας είναι άνω των 40 ετών, αν και συναντάμε επαρκείς ομιλητές και χρήστες και σε μικρότερες ηλικίες ―όπως και παιδιά―, ακόμη και στο νομό Σερρών. Οι σλαβόφωνοι αποκαλούν τη γλώσσα τους στα ελληνικά μακεδονικά ή βουλγαρικά, στη δε γλώσσα τους makedonc/s/ski ή bu(l)garski/b'garski. Από τη δεκαετία του 1980 παρατηρείται η τάση για διατήρηση της γλωσσικής και πολιτισμικής ιδιαιτερότητας στη δυτική και κεντρική Μακεδονία. Στην προσπάθεια αυτή συμμετέχουν κυρίως νεότεροι στην ηλικία, παρ' όλες τις διοικητικές ενοχλήσεις μέχρι πριν από μερικά χρόνια. Η οργάνωση-κόμμα Ουράνιο Τόξο προσανατολιζόμενη στην έκφραση μιας μακεδονικής εθνικής ταυτότητας έχει χάσει μιαν ευρεία συμπαράσταση του πληθυσμού.

Σε ελάχιστους οικισμούς στους νομούς Ξάνθης και Έβρου μιλιέται ακόμη η βουλγαρική, αν και με μεγάλη υποχώρηση στη χρήση της γλώσσας (βλ. και παρακάτω). Στη σημερινή Βουλγαρία αλλά και στην ΠΓΔΜ υπήρχαν μερικοί οικισμοί, αλλά και αστικός πληθυσμός, που μιλούσαν μακεδονικά/βουλγαρικά, οι οποίοι μετακινήθηκαν ως «πατριαρχικοί» στην Ελλάδα. Σε μερικές περιπτώσεις και σήμερα μιλιέται η γλώσσα, αν και παρατηρείται σημαντική υποχώρηση.

Διαφορετική είναι η περίπτωση των Τρακατρούκηδων, σλαβόφωνων ορθόδοξων πληθυσμών της Μικράς Ασίας, τους οποίους συμπεριέλαβαν στις ανταλλαγές πληθυσμών με την Τουρκία. Κατοικούν σε μερικά χωριά στη Β. Ελλάδα και γενικά μιλούν τη γλώσσα τους.