Μια κεντρική έννοια της συστημικής θεωρίας είναι ότι οι αιτιώδεις σχέσεις στο πλαίσιο ενός οργανισμού νοηματοδοτούνται πολύ περισσότερο εάν τις δούμε μέσα από μια κυκλική λογική. Μέσα από μια τέτοια οπτική, όλα και όλοι αλληλεξαρτώμεθα. Όλοι επηρεάζουμε τους άλλους και εκείνοι εμάς. Αυτό μας αποτρέπει από το να ψάξουμε για μια αιτία ενός προβλήματος, για ένα φταίχτη.
Στην ψυχολογία ο τρόπος να εξετάζουμε τα φαινόμενα μέσα από το πρίσμα της αλληλεπίδρασης δεν είναι καινούρια υπόθεση. Στο χώρο της μάθησης, και ειδικότερα σε ό,τι αφορά στη σχέση οικογένειας και σχολικής επίδοσης, ένα από τα πρώτα αντικείμενα έρευνας ήταν οι δυσκολίες στην ανάγνωση μέσα από τη λογική της αλληλεπίδρασης. Η βασική υπόθεση στηρίζεται στην αλληλεπίδραση των παραγόντων: οι δυσκολίες στην ανάγνωση μπορεί να επηρεάσουν τη σχέση παιδιού-οικογένειας και παράλληλα το κίνητρο στην οικογένεια, συνειδητό ή ασυνείδητο, μπορεί να οδηγήσει σε δυσκολίες του παιδιού στην ανάγνωση.
Η συστημική προσέγγιση ενδιαφέρθηκε λιγότερο για τα ασυνείδητα κίνητρα κάθε μέλους της οικογένειας ξεχωριστά και επικέντρωσε την προσοχή της στα αποτελέσματα που μπορεί να έχει η παρέμβαση του εκπαιδευτικού σε όλη την οικογένεια ως σύνολο.
Αυτή η προσέγγιση οδηγεί σε προσπάθειες με στόχο να αλλάξει η συνθήκη ή να αλλάξουν οι παραστάσεις που έχει ο καθένας για τον άλλο και όχι να αλλάξει ένα συγκεκριμένο υποκείμενο (είτε αυτό είναι ο μαθητής είτε είναι ο δάσκαλος είτε ακόμη ο γονιός). Έτσι, οι εκδοχές του καθενός έχουν εξίσου σημασία και αποφεύγουμε να αξιολογήσουμε ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο, ποιος είναι αυτός που φταίει για την αποτυχία του παιδιού.
Η αλληλεπίδραση λοιπόν έχει τεράστια σημασία και αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση. Η αλληλεπίδραση, μαζί με την έννοια της κυκλικής αιτιότητας, αποτελούν δύο από τις βασικές έννοιες της θεωρίας των συστημάτων, στην οποία αναφέρθηκαμε παραπάνω.
|