Η αναζήτηση της στήριξης


Όλα αυτά μας έκαναν να ζητάμε εναγωνίως τη στήριξη: θεωρητική και συναισθηματική. Επειδή ούτε το θεσμικό πλαίσιο ούτε και οι σπουδές μας μας παρείχαν τη στήριξη που θέλαμε, την αναζητήσαμε στην «ομάδα» μας, σε όσους πιστεύαμε ότι μοιράζονταν την αγωνία μας. Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η εικόνα που είχαμε για την «ομάδα» μας οικοδομήθηκε πάνω στην πλήρη αντίθεση που αισθανόμασταν ότι υπήρχε ανάμεσα σε αυτούς που είχαν αποφασίσει να μη συμμετάσχουν σε αυτήν και σε μας. Το όριο λοιπόν ήταν η συμμετοχή ή μη. Στην αρχή οι συγκρουσιακές σχέσεις με τους άλλους ενδυνάμωναν τις μεταξύ μας σχέσεις, έφτιαχναν μια συμπαγή ομάδα που, μέρα με τη μέρα, ένιωθε περισσότερο ενωμένη και δυνατή, έτοιμη να αντιμετωπίσει τους «άλλους». Προοδευτικά, καθώς η ανάδειξη της ετερότητας έμπαινε σε πιο βαθιά νερά, καθώς βιώναμε «επιτυχίες» και «αποτυχίες» στο εγχείρημά μας, καθώς διαπιστώναμε τις προσωπικές και συλλογικές κατακτήσεις αλλά και τις παλινδρομήσεις, καθώς οι συγκρούσεις που είχαμε πλέον να διαχειριστούμε γίνονταν όλο και πιο περίπλοκες, η εικόνα για την ομοιογένεια και τον ενιαίο χαρακτήρα της «ομάδας» μας άρχισε να αμφισβητείται από εμάς τους ίδιους. Η ικανοποίηση και η ευχαρίστηση που νιώθαμε από τη μερική ή ολική επιτυχία των παρεμβάσεών μας έκανε την «ομάδα» μας να αισθανθεί μεν πιο ισχυρή, αλλά από την άλλη πλευρά έδωσε την ευκαιρία στα μέλη της να χαλαρώσουν και να διαπιστώσουν τη μεταξύ τους ανομοιογένεια. Τώρα καθένας μας μπορούσε να εξωτερικεύσει τις δικές του ανάγκες και τότε, φυσικά, φάνηκε η διαφορετικότητα, ότι δηλαδή καθένας μας είχε άλλες προτεραιότητες, για άλλους λόγους συμμετείχε στα συγκεκριμένα εγχειρήματα, από άλλη οπτική γωνία έβλεπε τα πράγματα και άλλους στόχους είχε θέσει. Έτσι, άρχισαν να δημιουργούνται συγκρούσεις και διαφωνίες μέσα στην ίδια την «ομάδα» μας. Όταν συνειδητοποιήσαμε ότι έπρεπε να αλλάξουμε ρόλο ως δάσκαλοι, κάποιοι αρνήθηκαν να το πράξουν, άλλοι δεν μπόρεσαν, άλλοι το έκαναν με «λάθος τρόπο» και άλλοι το επιδίωξαν ανεπιτυχώς. Κάποιοι προχώρησαν και κάποιοι επέλεξαν να επιστρέψουν σε πιο γνωστά και ασφαλή μονοπάτια.