Η απάντηση στα προηγούμενα ερωτήματα είναι δύσκολη.
Αυτό που απαιτείται καταρχήν από τον εκπαιδευτικό είναι συνεχής εγρήγορση και παρατήρηση.
Είναι απαραίτητο να μη βιαστεί, να δώσει χρόνο στον εαυτό του αλλά και στους μαθητές του, να προβληματιστεί πριν αποφασίσει πώς θα οργανώσει τη διδασκαλία του. Απαραίτητη προϋπόθεση για να κατανοήσει το πλαίσιο, ως εξωτερικός παρατηρητής, είναι να δημιουργήσει σχέση εμπιστοσύνης με τους μαθητές του. Μια σχέση ουσιαστικής επαφής στην οποία θα είναι φυσικά σαφή τόσο τα όρια και η δυναμική όσο και το γνήσιο ενδιαφέρον του εκπαιδευτικού για τη ζωή των μαθητών του. Η σχέση αυτή δε χτίζεται από τη μια μέρα στην άλλη. Απαιτεί ειλικρινείς προθέσεις. Απαιτεί «άνοιγμα» από την πλευρά του εκπαιδευτικού. «Άνοιγμα» προς τον άλλο, αυτόν που φαίνεται τόσο διαφορετικός, όχι για να τον αφομοιώσει, αλλά για να τον ακούσει, να τον καταλάβει και να βρει τις συνιστάμενες στις οποίες θα μπορέσει να στηριχτεί για να φτιάξει τη γέφυρα που θα οδηγήσει τα παιδιά στην επιθυμία να μάθουν. Βασικοί «κίνδυνοι» σε μια τέτοια κατάσταση είναι είτε η πλήρης απόρριψη του «διαφορετικού» είτε η πλήρης αποδοχή του και η αντιμετώπισή του ως φολκλόρ. Και τα δύο φανερώνουν εντέλει την αποτυχία επικοινωνίας και ισότιμης ανταλλαγής.
|