Σκηνή 1η: Β' Τάξη δημοτικού σχολείου Αθήνας

Φέτος στην τάξη μου έχω 22 παιδιά. Από αυτά τα 8 δεν είναι ελληνικής καταγωγής: τα 4 είναι από την Αλβανία και έχουν αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, τα 3 είναι από τις Φιλιππίνες, έχουν έρθει στην Ελλάδα μόλις πριν από 1 χρόνο και μιλούν ελάχιστα ελληνικά, και 1 παιδί κατάγεται από την Πολωνία, έχει γεννηθεί στην Ελλάδα και μιλά καλά ελληνικά. Όταν, πριν ξεκινήσει η χρονιά, έμαθα τη σύνθεση των παιδιών της τάξης μου, σκέφτηκα ότι δε θα τα καταφέρω. Είχα ωστόσο την ελπίδα ότι οι ελληνικής καταγωγής μαθητές μου, που ήταν εξάλλου και οι περισσότεροι, θα με βοηθούσαν να κάνω το μάθημά μου, αφού θα μπορούσαν να συνεννοηθούν μαζί μου, θα ήξεραν πάνω κάτω τα ίδια πράγματα, θα μπορούσαν να διαβάσουν και να γράψουν. Δυστυχώς η πραγματικότητα με διέψευσε. Από τα παιδιά αυτά άλλα ήξεραν να διαβάζουν, να κατανοούν αυτά που διαβάζουν και να γράφουν με σχετική άνεση και άλλα όχι, άλλα έδειχναν ευτυχισμένα και ήταν ορεξάτα για δουλειά και άλλα έδειχναν να βαριούνται, άλλα μάθαιναν γρήγορα και άλλα χρειάζονταν πολύ χρόνο και επαναλήψεις, άλλα ήταν προσεκτικά και συγκεντρωμένα και άλλα έκαναν συνέχεια λάθη αφηρημάδας, άλλα συμμετείχαν στο μάθημα και άλλα έμεναν σιωπηλά, άλλα ήταν πάντα διαβασμένα και άλλα ποτέ. Ένιωσα πολύ άτυχος που βρέθηκα σε μια τάξη με τόσο διαφορετικά παιδιά και δεν μπορούσα καθόλου να σκεφτώ τι θα έπρεπε να κάνω για να οργανώσω αποτελεσματικά το μάθημά μου. Η ιδέα να δουλέψω μόνο με τους καλούς μαθητές ήταν για μένα η πιο βολική, αλλά δε με ενθουσίαζε. Τι να κάνω όμως;
Να προχωρώ αργά, ακολουθώντας τους ρυθμούς των μαθητών που δεν τα κατάφερναν και τόσο καλά είτε επειδή δε γνώριζαν την ελληνική γλώσσα είτε για άλλους λόγους που δεν τους ξέρω; Και αυτό δε θα ήταν σε βάρος των καλών μαθητών; Να ακολουθήσω κάποιους ενδιάμεσους ρυθμούς που να καλύπτουν το μέσο όρο των μαθητών; Έκρινα ότι αυτή ήταν η καλύτερη λύση και την υιοθέτησα. Εξηγούσα πολύ αναλυτικά, προχωρούσα σχετικά αργά, δεν έβαζα στα παιδιά πολύ δύσκολα «Σκέφτομαι και γράφω» και γενικά δε ζητούσα πολλά από τα παιδιά ούτε σχεδίαζα μαθήματα που απαιτούσαν από αυτά να παίρνουν πρωτοβουλίες. Τελικά, νομίζω ότι δεν κατάφερα πολλά πράγματα. Οι καλοί μαθητές άρχισαν σιγά σιγά να βαριούνται και να μην είναι τόσο ορεξάτοι όπως στην αρχή, ενώ οι πολύ αδύναμοι και αυτοί που δε μιλούσαν καλά ελληνικά πάλι δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν το μάθημα. Ίσως, τελικά, οι μόνοι που επωφελήθηκαν να ήταν οι ελάχιστοι μέτριοι μαθητές. Ακόμη δεν ξέρω ποια θα ήταν η καταλληλότερη μέθοδος γι' αυτή την τάξη. Εξακολουθεί να μου φαίνεται πολύ δύσκολο να διαχειριστεί κάποιος τόσο διαφορετικά παιδιά. Ελπίζω την επόμενη χρονιά η τάξη μου να είναι περισσότερο ομοιογενής, για να ξέρω πώς να δουλέψω.