Ο χειρισμός της ανομοιογένειας στη σχολική τάξη: από τη διαπίστωση των ατομικών διαφορών στη διαφοροποιημένη παιδαγωγική

Η συνειδητοποίηση του ότι κάθε μαθητής όχι μόνο ξεκινάει τη σχολική του ζωή με διαφορετικά εφόδια, αλλά και υιοθετεί στην πορεία του ένα προσωπικό στιλ μάθησης δεν αποτελεί λοιπόν μια νέα ιδέα. Έχει τις ρίζες της στην αναγνώριση της ατομικότητας του μαθητή, την οποία μπορούμε να αναζητήσουμε στα έργα των Cousinet, Freinet, Oury, οι οποίοι μέσα από τη δική τους οπτική κάνουν λόγο για το μαθητή που έχει τις δικές του επιθυμίες, έγνοιες και ικανότητες. Πίσω από τις παιδαγωγικές τους θέσεις βρίσκονται δύο φιλοσοφικά αξιώματα: η πίστη στις δυνατότητες όλων των ατόμων και η αναγνώριση του δικαιώματος στη διαφορά.  

Το να παραδεχόμαστε όμως απλώς ότι οι μαθητές είναι μεταξύ τους διαφορετικοί και ότι, για παράδειγμα, για να μάθουν κάτι, άλλοι προτιμούν να διαβάσουν ένα κείμενο, άλλοι να χειριστούν σύμβολα ή να φτιάξουν ένα σχεδιάγραμμα, άλλοι να αλληλεπιδράσουν συζητώντας με συνομηλίκους τους, άλλοι να πειραματιστούν κτλ. δε μας οδηγεί πολύ μακριά, κυρίως όταν αυτή η διαπίστωση δε συμβαδίζει με την υιοθέτηση συγκεκριμένων στρατηγικών, μεθόδων και τρόπων δουλειάς μέσα στη σχολική τάξη. Για να είναι χρήσιμη και λειτουργική αυτή η διαπίστωση απαιτεί τη διαμόρφωση μιας «διαφοροποιημένης παιδαγωγικής».