Δεν υπάρχουν αμετάβλητες στάσεις

Η βιωμένη εμπειρία μας ως σήμερα έδειξε επίσης ότι, κυρίως σε ό,τι αφορά στα παιδιά, τόσο οι στάσεις έναντι των γλωσσών όσο και τα αισθήματα του ανήκειν σε μια πολιτιστική κοινότητα ή της ταυτότητας δεν είναι αμετάβλητα. Αλλάζουν όσο τα παιδιά μεγαλώνουν και καταλαμβάνουν διαφορετικές θέσεις ανάλογα με την ηλικία τους. Αυτό που μπορούμε να παρατηρήσουμε όμως είναι ότι κάθε παιδί μπόρεσε μέχρι τώρα να αναπτύξει τη δική του στάση, τις δικές του στρατηγικές για να βρει τη θέση του μέσα στο πολλαπλό γλωσσικό περιβάλλον του και την πολιτιστική πολλαπλότητα που αυτό επιφέρει.  

Ο Φίλιππος αναζητεί αντιστοιχίες, προσπαθεί να χτίσει γέφυρες και να τα ομαδοποιήσει όλα σε ένα μόνο κόσμο, Μιτεράν και Παπανδρέου, Ολυμπιακό και Σαουθάμπτον, παππούδες άγγλους και έλληνες. Ταυτόχρονα επιζητεί να βρίσκεται σε ένα περιβάλλον που του μοιάζει, μαζί με παιδιά από μικτούς γάμους, παιδιά που μπορούν να έχουν περίεργα ονόματα (δηλαδή μη βελγικά), που έχουν οικογένεια διασκορπισμένη εδώ κι εκεί και βρίσκονται ανάμεσα σε πολλές κουλτούρες.  

Η Λουίζα ξεκίνησε θέλοντας να πιαστεί από μία μόνο γλώσσα, τα γαλλικά, και να αποκλείσει τις άλλες δύο που εκείνη τη στιγμή προφανώς της μπέρδευαν τα σημεία αναφοράς της. Αργότερα θέλησε να μάθει τις άλλες δύο γλώσσες. Προς στιγμήν, αποφεύγει το ανακάτεμα ανάμεσα στις δύο (ή μάλλον στις τρεις) κουλτούρες της και φροντίζει μάλλον να πάρει αυτό που της ταιριάζει από κάθε πλευρά.  

Έτσι, κάθε παιδί μοιάζει να θέλει να οικοδομήσει τον εαυτό του ακολουθώντας λίγο πολύ ένα σταθερό μοντέλο («συγχώνευση» για το ένα, «διαφοροποίηση» για το άλλο), αλλά μεταβάλλοντας τον τρόπο εφαρμογής του, ανάλογα με την ατομική του αναπτυξιακή πορεία.
Μια ελπίδα