Ένα παράδειγμα

Ας δώσουμε ένα παράδειγμα: διδάσκουμε σε μία τάξη με μειονοτικούς μαθητές τα δικαιώματα των παιδιών στον κόσμο μας σήμερα.

Ήδη η έννοια της παιδικής ηλικίας νοηματοδοτείται διαφορετικά στη μουσουλμανική κοινότητα της Θράκης από ό,τι στα μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας και μάλιστα όταν αναφερόμαστε σε μικροαστικά ή μεσοαστικά στρώματα. Η έννοια της εργασίας για το παιδί των στρωμάτων αυτών συνιστά εκμετάλλευση, ενώ για τη μουσουλμανική μειονότητα είναι, πολλές φορές, ανάγκη, εκ των ων ουκ άνευ. Συνεπώς, δε θα μεταφέρουμε τη γνώση περί δικαιωμάτων ως έχει, χωρίς να λαμβάνουμε υπ' όψιν τους συγκεκριμένους μαθητές μας, αλλά θα επαναπροσδιορίσουμε όλοι μαζί τις έννοιες και θα νοηματοδοτήσουμε εκ νέου την παιδική ηλικία, τα δικαιώματα κτλ.

Αυτό δε σημαίνει καθόλου πως υποβαθμίζεται το επίπεδο της διδασκαλίας. Σημαίνει πολύ απλά ότι διαφοροποιούμε τη διδασκαλία μας και την αναβαθμίζουμε για χάρη των συγκεκριμένων μαθητών και μαθητριών μας. Δε σημαίνει ότι διδάσκουμε άλλα για τους «κατώτερους». Σημαίνει ότι διδάσκουμε με άλλο τρόπο αυτά που διδάσκουμε σε μαθητές αυτής της ηλικίας αλλού.  

Με δεδομένο το πολιτικό κλίμα στις μέρες μας γενικά, και στον εκπαιδευτικό χώρο ειδικότερα, τα ζητήματα έχουν τεθεί διαφορετικά και πάλι? μπορούμε, δηλαδή, να μιλήσουμε για μία υπαναχώρηση, σε σχέση με τον προβληματισμό και την ευαισθητοποίηση που είχε προηγηθεί ―και εν μέρει είχε γονιμοποιήσει― τα εκπαιδευτικά πράγματα στις δεκαετίες του '60 και του '70, σχετικά με τον κοινωνικό ρόλο του σχολείου γενικότερα και της αξιολόγησης ειδικότερα. Υπάρχει, δηλαδή, διεθνώς μία τάση υπαναχώρησης προς τα τεστ, τις «αντικειμενικού» τύπου εξετάσεις και, γενικότερα, ένα λόγο γραφειοκρατικό, υποθετικά αντικειμενικό, τεχνοκρατικό...