Στερεότυπα, προκαταλήψεις και σχολείο


H πιο σημαντική, για την εκπαιδευτική πράξη, διάσταση των στερεοτύπων είναι ότι λειτουργούν με τη μορφή αυτοεκπληρούμενης προσδοκίας. Δηλαδή περιμένουμε από τον άλλο να συμπεριφερθεί με τρόπους οι οποίοι να επικυρώνουν τη στερεότυπη άποψή μας γι' αυτόν.

Είναι γνωστές σε όλους τους εκπαιδευτικούς οι έρευνες των Rosenthal και Jacobson οι οποίες απέδειξαν ότι ο τεχνητά, για τις ανάγκες του πειράματος, παραπλανημένος δάσκαλος ασυνείδητα συμπεριφέρθηκε διαφορετικά στα παιδιά που νόμιζε ότι έχουν «υψηλή» και διαφορετικά στα παιδιά που νόμιζε ότι έχουν «χαμηλή» νοημοσύνη, για να αποδειχθεί ότι τα παιδιά, στη συνέχεια, συμμορφώθηκαν με τις προσδοκίες του πειραματικά παραπλανημένου δασκάλου. Tα στερεότυπα, πράγματι, τα ισχυροποιεί σημαντικά η διεργασία της αυτοεκπληρούμενης προσδοκίας και κάνει ακόμη πιο δύσκολη την αλλαγή τους.  

Τα στερεότυπα δεν αφορούν μόνο τους ενήλικες, αφορούν και τα παιδιά. Aπό τη δεκαετία του 1930 υπάρχει μεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον για την ανάπτυξη στερεοτύπων, και ιδίως εθνικών προκαταλήψεων, στα παιδιά. Tα στερεότυπα φαίνεται ότι μαθαίνονται σε πολύ μικρή ηλικία, πριν καλά καλά ακόμα ένα παιδί αποκτήσει ιδέα για την ομάδα στην οποία αναφέρονται. Ήδη από 3 ετών τα παιδιά σε πολυπολιτισμικές κοινωνίες έχουν συνείδηση της κοινωνικής δομής της κοινότητάς τους και αντιλαμβάνονται τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ πλειονότητας και μειονότητας. Η ελπιδοφόρα διάσταση αυτής της επιστημονικής πληροφορίας είναι ότι, εάν διαχειριστεί το εκπαιδευτικό σύστημα την έννοια της προκατάληψης νωρίς στην παιδική ηλικία, θα μπορέσει να συμβάλει στη δημιουργία ενός λιγότερο διχαστικού κόσμου.
  Είναι τα παιδιά σφουγγάρια που απλά ρουφούν;