Ενώ λοιπόν η ομοιογένεια παρουσιάζεται ως μια περιγραφική έννοια που καταγράφει «αντικειμενικά» χαρακτηριστικά μιας ομάδας ανθρώπων (π.χ. το γεγονός ότι μιλούν την ίδια γλώσσα ή ότι ακολουθούν την ίδια θρησκεία), σε ρητό ή άρρητο επίπεδο προσλαμβάνεται ως αξία:
γίνεται αντιληπτή ως εγγενές χαρακτηριστικό του έθνους και βασικό συστατικό της εικόνας για τον «εαυτό».
Αυτή η αντίληψη έχει αναλυθεί από τους ερευνητές ως προς τις συνέπειες που έχει:
θεμελιώνει την ανωτερότητα του «εαυτού» απέναντι στον «άλλο».
Στο πλαίσιο αυτής της αντίληψης, όπου η ομοιογένεια ανάγεται σε αξία, ο «άλλος» δε γίνεται αντιληπτός ως προς την πολλαπλότητά του, αλλά προσλαμβάνεται με ένα στερεοτυπικό τρόπο που ανταποκρίνεται σε έναν ιδεατό μέσο όρο, πού έχει κοινά χαρακτηριστικά.
|