Όλα τα παραπάνω έχουν μεγάλη σημασία για τη διδασκαλία τόσο της μητρικής γλώσσας στην πρότυπη μορφή της όσο και για τη διδασκαλία της δεύτερης γλώσσας ή ξένων γλωσσών.
Όπως το περιβάλλον των φυσικών ομιλητών μιας γλώσσας αντιμετωπίζει το βρέφος από τη γέννησή του κιόλας σαν συνομιλητή, δηλαδή σαν να καταλαβαίνει το λόγο και σαν να είναι ήδη παραγωγός νοήματος, και αυτό συμβαίνει σε όλες τις οικογένειες παντού στον κόσμο και έτσι το βρέφος όπου και να γεννηθεί, όποια γλώσσα κι αν μιλάνε οι δικοί του, είτε είναι μορφωμένοι είτε όχι, σε τρία μόνο περίπου χρόνια καταφέρνει να κατακτήσει ολόκληρο το γλωσσικό σύστημα μιας γλώσσας, θα έπρεπε και το σχολείο να αντιμετωπίζει τον αλλόγλωσσο ιδίως μαθητή σαν ομιλητή/συνομιλητή, δηλαδή σαν παραγωγό νοήματος.
«Zωγραφάω» λέει ο μικρός Aλβανός της εισαγωγικής στο κείμενο ιστορίας, δημιουργώντας κατ' αναλογίαν μια νέα λέξη στην ξένη γλώσσα που μαθαίνει ενώ είναι ακόμα μόνο πέντε χρονών. Tην κατάκτηση αυτή και το γνωστικό πλούτο στην ξένη γι’ αυτόν ελληνική γλώσσα που το λάθος του νηπίου αποκαλύπτει δεν την αντιμετώπιζε η νηπιαγωγός στην αρχή σαν ικανότητα, αλλά αντίθετα την έβλεπε σαν ανικανότητα, μην αναγνωρίζοντας το μακρύ δρόμο στην εκμάθηση της ελληνικής που είχε κάνει το παιδάκι.
|