«Έμαθαν» τελικά τα παιδιά πηγαίνοντας από το ένα θέμα στο άλλο;

Αν παραδεχτούμε ότι τα παιδιά μέσα από μια τέτοια διαδικασία απέκτησαν κάποιες δεξιότητες ή εξασκήθηκαν ως προς αυτές, το ερώτημα που παραμένει ενδεχομένως αναπάντητο είναι το αν απέκτησαν τα παιδιά συγκεκριμένες γνώσεις και το ποιες είναι αυτές.

Παρόλο που οι γνώσεις στις οποίες έγινε αναφορά μπορεί να φαίνονται μεταξύ τους ασύνδετες, τελικά τα παιδιά κατάφεραν να τιςσυνδέσουν μέσα από τη δική τους οπτική. Εξάλλου, ξέρουμε ότι το ανθρώπινο μυαλό συνδυάζει στοιχεία και κατασκευάζει «πλέγματα εννοιών» ή «σημασιολογικά δίκτυα», ομαδοποιεί και συσχετίζει τις πληροφορίες, προκειμένου το άτομο να μπορεί να οργανώνει τη γνώση και να ερμηνεύει έτσι τη σύνθετη πραγματικότητα που το περιβάλλει. Η αξιοποίηση αυτών των «πλεγμάτων εννοιών» και των «σημασιολογικών δικτύων» είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη διδακτική πράξη.

Βέβαια, στο συγκεκριμένο παράδειγμα αυτή η συνδυαστική ικανότητα των παιδιών δεν είναι τόσο εμφανής σε όλες τις φάσεις, λόγω της στάσης που κρατά ο εκπαιδευτικός.

Πως όμως η κατάσταση θα ήταν διαφορετική;

Μόνο αν η διαθεματική προσέγγιση ξεκινούσε με «καθοδήγηση» του εκπαιδευτικού, ο οποίος θα είχε στο μυαλό του το θέμα που θα λειτουργούσε ως συνεκτικός ιστός γύρω από τον οποίο θα διαρθρώνονταν οι διαφορετικές γνώσεις.
Για παράδειγμα, εαν το θέμα ήταν σχετικό με το «Ψωμί», τότε γνώσεις Ιστορίας-Μυθολογίας (π.χ. ο μύθος της θεάς Δήμητρας), Γεωγραφίας (π.χ. περιοχές στις οποίες καλλιεργούνται σιτηρά), Μελέτης Περιβάλλοντος (πού και πώς γίνεται το ψωμί/θρεπτικά συστατικά του ψωμιού), Γλώσσας (λέξεις σχετικές με το ψωμί και τον άρτο) κ.λπ. θα διαρθρώνονταν γύρω από αυτό. Τα παιδιά με κατάλληλη κινητοποίηση θα διατύπωναν ερωτήσεις, θα αναζητούσαν πληροφορίες σε πηγές και θα δομούσαν αυτές τις πληροφορίες γύρω από τη συγκεκριμένη θεματική, εξασκώντας παράλληλα και όλες τις δεξιότητες για τις οποίες μιλήσαμε παραπάνω.