Τι θα μπορούσαν να μάθουν τα παιδιά στη συγκεκριμένη σκηνή, αν ο εκπαιδευτικός δεν είχε φοβηθεί να «εκμεταλλευτεί» αυτές τις ευκαιρίες; Άραγε η αυτόνομη δράση των παιδιών, σε περίπτωση που «καθοδηγούνταν» περισσότερο από τον εκπαιδευτικό, θα τα οδηγούσε στην απόκτηση και άλλων γνώσεων και δεξιοτήτων;

Εκτός από τη δεξιότητα η οποία σχετίζεται με την ανάκληση στη μνήμη και τη συσχέτιση πληροφοριών και η οποία θα μπορούσε να εξασκηθεί περισσότερο, αν ο εκπαιδευτικός έθετε και επιπλέον ερωτήσεις, τα παιδιά θα αποκτούσαν και κάποια «εργαλεία» (π.χ. «μαθαίνω να αναζητώ μια πληροφορία σε μια εγκυκλοπαίδεια ή ένα εξειδικευμένο βιβλίο» ή ακόμη «κάνω υποθέσεις για το πού θα μπορούσα να αναζητήσω μια πληροφορία»), για να επιβεβαιώσουν τους αρχικά διαισθητικούς συσχετισμούς τους («Παλιά... ξέρω 'γώ...»), ενώ θα αποκτούσαν και κάποιες ιστορικές γνώσεις (π.χ. σχετικά με την έκρηξη του Βεζούβιου και την καταστροφή της Πομπηίας, την οποία και θα τοποθετούσαν στο χρόνο). Εννοείται δε ότι αυτή η προσέγγιση της αναζήτησης της πληροφορίας θα απάλλασσε τον εκπαιδευτικό από το άγχος τού αν κατέχει ή όχι όλη την απαραίτητη πληροφορία, θα τον καθιστούσε ισότιμο μέλος της ομάδας και θα οδηγούσε τα παιδιά να συνειδητοποιήσουν ότι «δεν είναι δυνατόν να ξέρουμε τα πάντα, μπορούμε όμως να μάθουμε πού και πώς να αναζητούμε πληροφορίες».

  • Θα αποκτούσαν με τη βοήθεια του εκπαιδευτικού όχι μόνο την ικανότητα αναζήτησης στο χάρτη, αλλά και κάποιες γνώσεις Γεωγραφίας.
  • Θα ενισχυόταν η τάση τους να μάθουν μέσω συνεργασίας, αν ο εκπαιδευτικός χειριζόταν με τρόπο δημιουργικό τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των παιδιών, δηλαδή την τάση κάποιων παιδιών να «εξηγήσουν» στα άλλα ή την τάση κάποιων άλλων παιδιών να βοηθήσουν στην αναζήτηση μιας πληροφορίας, αν δηλαδή εκμεταλλευόταν το γεγονός των διαφορετικών επιπέδων των παιδιών (κάποιοι παίρνουν πρωτοβουλίες, «ξέρουν» περισσότερα, ενώ κάποιοι άλλοι ακολουθούν).