Σκηνή 1(συνέχεια)

Στο μεταξύ ο Ιωσήφ είναι μέλος ενός ροκ συγκροτήματος και αυτό μου τον κάνει ακόμη πιο συμπαθή. Ανταλλάσσουμε κουβέντες για τα μουσικά μας ενδιαφέροντα, στο βαθμό βεβαίως που μπορούμε να επικοινωνήσουμε, λόγω διαφοράς ηλικίας.

Στο τέλος αυτής της πειραματικής εφαρμογής παίρνω συνεντεύξεις για την αξιολόγηση της διδασκαλίας μας και την όλη πειραματική φάση από διάφορα παιδιά, μεταξύ των οποίων και ο Ιωσήφ. Σε κάποια στιγμή τον ρωτώ με όλη την καλή, ανεκτική, πολυπολιτισμική μου διάθεση, τις γνώσεις, τα διαβάσματά μου, τη συμπάθειά μου ―στα όρια της θετικής προκατάληψης― για την εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, με τη γνώση μου από την πρακτική της Αγγλίας: «Ιωσήφ, θα ήθελες να διαβάζαμε στην τάξη και λογοτεχνία για Εβραίους ή εβραϊκή λογοτεχνία;». Η απάντηση του μικρού μου μαθητή ήρθε σαν χαστούκι στη βεβαιότητα και τις ακλόνητες πεποιθήσεις μου: «Όχι, βέβαια!». Στη συζήτηση που επακολούθησε, κάτι μεταξύ σοκ και αποκάλυψης, ο Ιωσήφ μου είπε πως δε θέλει να φαίνεται πως είναι Εβραίος μέσα στην τάξη (ας σημειωθεί πως το παιδί αυτό φυσιογνωμικά είναι το απόλυτο στερεότυπο για τον Εβραίο: κόκκινα σγουρά μαλλιά, φακίδες...). Όταν του είπα πως φαίνεται Εβραίος και κανένας δεν ενοχλείται από αυτό και ότι τη βάφτισή του δεν την κράτησε μυστική, μου έδωσε την άποψή του. Κάλεσε όλους τους χριστιανούς φίλους του στη βάφτισή του, αλλά δε θέλει στο σχολείο να διδάσκονται πράγματα για τους Εβραίους ούτε στη λογοτεχνία ούτε στην ιστορία. «Δε θέλω να ξεχωρίζω, κυρία»...
Σκηνή 2