Διδάσκω λογοτεχνία με ένα συνάδελφο για ένα εξάμηνo πειραματικά στο σχολείο του στη Β΄ Γυμνασίου. Παρ' ότι είμαι «επισκέπτρια» και το φορτίο της παιδαγωγικής σχέσης έχει ο δάσκαλος της τάξης, δημιουργώ μία ιδιαίτερη σχέση με ένα αγόρι, τον Ιωσήφ, που είναι μέτριος μαθητής, ζωηρός, απείθαρχος και πολύ συμπαθής. Δε συμμορφώνεται με τις οδηγίες να φέρει μαζί του ένα ντοσιέ για τα φύλλα που τους δίνουμε και υπόσχομαι (σχεδόν απειλώ, μιας και τα μαλλιά μου είναι κομμένα εξαιρετικά κοντά...) ότι θα κάνω τα μαλλιά μου αλογοουρά (!) όταν επιτέλους θα το φέρει. Ο Ιωσήφ πετυχαίνει το στόχο του, που είναι να τον προσέξω (στόχος κάθε ζωντανού και απείθαρχου παιδιού), και αρπάζει επιδεικτικά το ντοσιέ του διπλανού του: «Κυρία, κυρία, έχω ντοσιέ!». Του εξηγώ ότι πρέπει να φέρει το δικό του ντοσιέ. Και, ω του θαύματος, την επόμενη φορά έχει μαζί του ντοσιέ. «Ανάγκα και θεοί πείθονται» και βάζω κακήν κακώς στα μαλλιά ένα λάστιχο προς μεγάλη τέρψιν της τάξης και του Ιωσήφ, που πια με θεωρεί πολύ κοντινό του πρόσωπο. ΄Εχουμε φτιάξει τον κώδικά μας. Οι επιδόσεις του ανεβαίνουν και σε λίγο καιρό με καλεί με επίσημη τυπωμένη πρόσκληση στο μπαρ μιτζβά του. Φυσικά, ανταποκρίνομαι με θέρμη.
|