Η γλωσσική πολυμορφία

Εδώ θα ασχοληθούμε με τη γλωσσική πολυμορφία που και σήμερα εν μέρει χαρακτηρίζει την ελληνική κοινωνία, έχοντας πάντα στο μυαλό μας ότι η γλώσσα από μόνη της δεν είναι πεδίο συγκρούσεων και αντιθέσεων. Άλλωστε, η χειρότερη και πιο αιματοβαμμένη αντίθεση, αυτή του Εμφυλίου, πραγματοποιήθηκε βασικά μεταξύ ελληνόφωνων... Από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1960 ένα σημαντικό ποσοστό πολιτών είχε άλλη μητρική γλώσσα και όχι τα ελληνικά. Αν μάλιστα προσθέσουμε και τα ποντιακά, διάλεκτο ―εν μέρει τουλάχιστον― μη κατανοητή, και προσπαθήσουμε να ανασυνθέσουμε το γλωσσικό τοπίο των ελληνικών διαλέκτων και ιδιωμάτων μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, οπότε η γνώση και χρήση της επίσημης μορφής της γλώσσας δεν ήταν τόσο εκτεταμένη, θα έχουμε μια διαφορετική εικόνα της ελληνικής γλωσσικής πραγματικότητας ακόμη και μερικές δεκαετίες πριν. Η αντίληψη που έχουμε σήμερα για το γλωσσικό τοπίο διαμορφώθηκε πρόσφατα και κράτησε μόνο τρεις δεκαετίες, αφού η έλευση των μεταναστών και πολλών που χαρακτηρίζονται νομικά ομογενείς ανέτρεψε ανεπιστρεπτί τις «προσπάθειες» κοντά δύο αιώνων. Οι απογραφές, οι οποίες μέχρι το 1951 μετρούσαν τις άλλες γλώσσες στην Ελλάδα, σε καμία περίπτωση δε συνιστούν δείκτες. Σήμερα είναι αδύνατο να μιλήσουμε με συγκεκριμένους αριθμούς για το πόσοι μιλούν ή καταλαβαίνουν κάθε γλώσσα, αφού θα χρειαζόταν τεράστια και επισταμένη έρευνα για να απεικονιστούν τα σημερινά κοινωνιογλωσσικά δεδομένα.

Αν και από τα πρώτα χρόνια μετά την ελληνική ανεξαρτησία η διοίκηση φροντίζει για το «ξερίζωμα» της αρβανίτικης γλώσσας, γλώσσας «που μιλάει» περίπου το ένα τέταρτο των πρώτων υπηκόων, η είσοδος των Αρβανιτών στο ελληνικό έθνος είναι συστατική και χωρίς ουσιαστικούς κραδασμούς, ή, όπως θα δηλώσει ο Κ. Παπαρρηγόπουλος το 1850: «Δύο φυλαί κατοικούσι την Ελλάδα, η Ελληνική και η Αλβανική. Αλλ' η Αλβανική φυλή, αποτελεί άραγε έθνος ίδιον;», επαγγελλόμενος τη «συγχώνευσίν» της στην ελληνική φυλή. Αν όμως οι Αλβανοί, ακόμη και οι μουσουλμάνοι, θεωρούνται λίγο πολύ «δεδομένοι» για το ελληνικό έθνος, η ανάδειξη των άλλων εθνικισμών στα Βαλκάνια, κυρίως του βουλγαρικού, αμφισβητεί τη βεβαιότητα της Μεγάλης Ιδέας για ένα μεγάλο «ελληνισμό» που θα καλύπτει όλους τους ορθόδοξους.
Όταν η πρωτοκαθεδρία της ελληνικής γλώσσας στα Βαλκάνια κλονίζεται