Σταθμός 1

Στις αρχές του 19ου αιώνα σε μια μεγάλη συμπαγή περιοχή που ξεκινούσε από το νοτιοανατολικό τμήμα του νομού Φθιώτιδας, περιλάμβανε το νομό Βοιωτίας (εκτός του βορειοδυτικού τμήματος), τη νοτιότερη Εύβοια και τη βόρεια Άνδρο, όλη την Αττική, σημαντικό τμήμα των νομών Κορινθίας και Αργολίδας, την επαρχία Τροιζηνίας και τα νησιά του Αργοσαρωνικού (εκτός της Αίγινας) όλοι οι ντόπιοι οικισμοί μιλούσαν αρβανίτικα. Η συμπαγής αλβανοφωνία διακοπτόταν από ελάχιστες αλλά σημαντικές νησίδες ελληνοφωνίας (όπως τα Μέγαρα, η Αθήνα και η Κάρυστος).

Πέρα από αυτήν την περιοχή, όπου εκτός από την Αργολίδα δε φαίνεται να έχει μειωθεί σημαντικά στη γεωγραφική της έκταση, υπήρχε μια ακόμη σημαντική περιοχή στο εσωτερικό της οποίας μιλούσαν αρβανίτικα, στη δυτική Πελοπόννησο: ξεκινούσε από τη βόρεια ορεινή Ηλεία και κατέληγε στην Τριφυλία. Σήμερα μόνο στην τελευταία επιζεί η γλώσσα. Εκτός από μερικά διασπαρμένα χωριά στην Αρκαδία στα οποία (εκτός του Δάρα) η γλώσσα έχει εκλείψει, υπήρχαν δύο ακόμη σημαντικές οικιστικές συγκεντρώσεις. Η πρώτη στην ανατολικότερη Λακωνία, όπου πλέον ελάχιστοι ηλικιωμένοι σε λίγα χωριά μιλούν τη γλώσσα, η δεύτερη περιλάμβανε το όρος Παναχαϊκό, στο οποίο όμως η γλώσσα έχει σχεδόν εκλείψει, ενώ διατηρείται περισσότερο σε αυτούς που μετακινήθηκαν από αυτό στη δυτική Αχαΐα και σε άλλα χωριά του νομού. Σήμερα στις περισσότερες περιπτώσεις μόνο οι ηλικίες άνω των 50 (ή και των 60) χρησιμοποιούν συστηματικά τη γλώσσα στις περιοχές όπου είναι πιο ζωντανή. Σε μερικά χωριά της Πελοποννήσου κάθε έτος που περνά αποβιώνουν οι τελευταίοι ομιλητές κάποιων οικισμών.

Στη δεκαετία του 1980 αναπτύχθηκε ένα κίνημα υπέρ μιας θετικής διατύπωσης της αρβανίτικης ταυτότητας και εν μέρει διάσωσης της γλώσσας, αλλά κάτω από το βάρος της εχθρικής στάσης των κρατικών μηχανισμών και την αρνητική συγκυρία των αρχών της δεκαετίας του 1990 (Μακεδονικό, αλβανοί μετανάστες και επιθυμία αποφυγής οποιασδήποτε ταύτισης) επήλθε η παρακμή του.