Ας ξαναδούμε τα παραδείγματα |
|
Ας ξαναδούμε, στο φως της παραπάνω ανάλυσης, τα αρχικά μας παραδείγματα. Το πρώτο παιδί Το δεύτερο παιδί Το πρώτο παιδί δείχνει απόλυτα εξοικειωμένο με το σχολείο. Δε γνωρίζει μόνο θεωρητικά κάποιους κανόνες (π.χ. της ευγενικής συμπεριφοράς), αλλά κατέχει πλήρως τον κώδικα και έχει ενσωματώσει τη λογική του σχολείου με τρόπο που του επιτρέπει να προσαρμόζεται αυτόματα στις απαιτήσεις, σχεδόν «φυσικά». Οι κώδικες επικοινωνίας, λεκτικοί και μη, οι κανόνες και οι πρακτικές του σχολείου είναι σε απόλυτη συνάφεια με τους αντίστοιχους της οικογένειας. Η γλώσσα του σχολείου είναι «μητρική» γι' αυτήν. Ο κόσμος του βιβλίου και της γνώσης είναι κομμάτι του «φυσικού» της περιβάλλοντος. Οι γονείς της, σημειώνει η εκπαιδευτικός, «προβληματίζονται, ψάχνουν τι θα ήταν καλύτερο για το παιδί τους, δείχνουν να απολαμβάνουν το μεγάλωμα των παιδιών τους, αφιερώνοντάς τους ποιοτικό χρόνο». Αυτό λοιπόν που εμφανίζεται ως αυθόρμητη συμπεριφορά είναι προϊόν συγκεκριμένης ―αλλά αδιόρατης― κοινωνικής μάθησης. Στην περίπτωση του δεύτερου παιδιού, η απόσταση που το χωρίζει από το σχολικό περιβάλλον είναι μεγάλη. Προφανώς ξέρει να μιλάει και να εκφράζεται, αλλά δεν έχει μάθει ποιος είναι ο κατάλληλος τρόπος να μιλήσει στο σχολείο. Το βιβλίο τής είναι αντικείμενο ξένο, όπως ξένες φαίνεται να της είναι και όλες εκείνες οι δραστηριότητες που ασκούν «τη λεπτή κινητικότητα» (που προετοιμάζει το παιδί για τη γραφή), τόσο συχνές σε οικογένειες με μορφωμένους γονείς. Η μητέρα της αντέδρασε ―σημειώνει η νηπιαγωγός― όταν εκείνη της πρότεινε για χριστουγεννιάτικο δώρο ένα βιβλίο και αντιπρότεινε μια βιντεοκασέτα, «γιατί δεν είχε τη διάθεση ούτε τον ελάχιστο χρόνο που απαιτείται για το διάβασμα ενός παιδικού βιβλίου». Το βιβλίο, το σύμβολο του σχολείου, της γνώσης και των αξιών του, δεν έχει νόημα, δε σημαίνει κάτι για το συγκεκριμένο παιδί. Η απόρριψη του βιβλίου, που εμφανίζεται ως αυθόρμητη τάση (δεν της αρέσει να διαβάζει), εκφράζει την άγνοια, την απόσταση από αυτό το μορφωτικό αγαθό. Θα χρειαστεί λοιπόν να δημιουργήσει εξολοκλήρου μέσα στο σχολείο τη σχέση της με το γραπτό λόγο, σχέση που για άλλα παιδιά είναι ήδη διαμορφωμένη ως αυτονόητη από το οικογενειακό περιβάλλον. Με δυο λόγια, δεν έχει τα εργαλεία για να αποκρυπτογραφήσει το συμβολικό κώδικα του σχολείου, γι' αυτό και «δε βολεύεται» σε αυτό το ξένο περιβάλλον. |
|
Μια διευκρίνιση |