Σκηνή 2η

Η μικρή Εμινέ είναι μαθήτρια της Β΄ Γυμνασίου σε Γυμνάσιο της ορεινής περιοχής της Ξάνθης. Δεν είναι καλή μαθήτρια, δε συμμετέχει στο μάθημα της γλώσσας σχεδόν καθόλου και τα γραπτά της είναι πολύ αδύναμα. Παρόλο που είναι ευγενικό και πρόθυμο παιδί, δε δείχνει μεγάλη προθυμία να κάνει τις γραπτές της ασκήσεις, και τα μικρά της κείμενα (γεμάτα λάθη και ασυνταξίες) είναι «ανόρεχτα» και «διεκπεραιωτικά».

Η φιλόλογος της τάξης έχει αποθαρρυνθεί πάρα πολύ, καθώς έχει εξαντλήσει όλα τα αποθέματα ευγένειας, ορθής παιδαγωγικής συμπεριφοράς (ενθάρρυνσης, επιβράβευσης για τα μικρά βήματα της Εμινέ...). Ώσπου, στο πλαίσιο του διευρυμένου ωραρίου, η ίδια φιλόλογος ζητά από τα παιδιά να φτιάξουν το οικογενειακό τους δέντρο, να καταγράψουν τα ονόματα και τα επίθετα των μελών της οικογένειάς τους και να γράψουν δίπλα τον τόπο διαμονής τους. Με έκπληξη η φιλόλογος διαπιστώνει πως πολλά μέλη της οικογένειας της Εμινέ (μεταξύ άλλων ο πατέρας και ο μεγαλύτερος αδελφός της) είναι οικονομικοί μετανάστες στη Γερμανία, σχεδόν από τότε που η Εμινέ θυμάται τον εαυτό της. Ζητά τότε από κάθε παιδί χωριστά να γράψει γράμμα σε κάποιο μέλος της οικογένειάς του που είναι μακριά. Η Εμινέ στρώνεται με τα μούτρα στη δουλειά με μεγάλη όρεξη και στο τέλος του προκαθορισμένου χρόνου έχει γράψει δύο γράμματα, ένα προς τον πατέρα και ένα προς τον αδελφό της.

Δύο γράμματα της Εμινέ