Σκηνή 2η: τα γράμματα |
Η Εμινέ αισθάνεται ήδη αρκετά πολύπλοκα με τους γλωσσικούς και πολιτισμικούς κώδικες στους οποίους εκτίθεται από παιδί. Η ούτως ή άλλως πολυσυλλεκτική και σύνθετη ταυτότητά της εκφράζεται μέσα από πολλούς κώδικες. Πομακικά στον προφορικό λόγο, τουρκικά και ελληνικά προφορικά και γραπτά.
Μόλις φεύγει ο πατέρας της στη Γερμανία αισθάνεται την ανάγκη να επικοινωνήσει με τον αγαπημένο της αδελφό στα γερμανικά, να ταυτιστεί με τη γερμανική γλώσσα και τη νεανική γερμανική κουλτούρα. Η συναισθηματική αξία και το βάρος της μυστικής της επικοινωνίας με τον αδελφό της επισκιάζει τη δυσκολία της γερμανικής γλώσσας. Εξάλλου, ο αδελφός της της έχει στείλει και κάτι ωραία εφηβικά μυθιστορήματα σε απλά γερμανικά, με θέματα εφηβικά που πολύ ενδιαφέρουν την Εμινέ. Στα βιβλία αυτά πολλές φορές πρωταγωνιστούν κορίτσια που είναι τολμηρά, ριψοκίνδυνα, εφευρετικά και έξυπνα, που καταφέρνουν να είναι καλές μαθήτριες ― αυτό που δεν έχει καταφέρει η Εμινέ. Από την άλλη, ο αδελφός της, χρόνια στη Γερμανία, της διορθώνει με πολύ γλυκό τρόπο τα γερμανικά της. Έχουν ένα σχέδιο: να πάει και η Εμινέ στη Γερμανία και να σπουδάσει εκεί... Ο κώδικας με τον αδελφό, διανθισμένος με στοιχεία της νεανικής γερμανικής κουλτούρας (δίσκοι, αφίσες, η μαγεία των ξένων και κατ' αρχήν ακατάληπτων λέξεων...), καθίσταται αίφνης ο σημαντικότερος για τη μικρή Εμινέ, που αισθάνεται μοναξιά στο χωριό της χωρίς τον αγαπημένο της αδελφό και μια δυσκολία με τα ελληνικά της από το Δημοτικό. Οι γονείς της δε μιλούν καλά τα ελληνικά (βεβαίως δεν τα γράφουν καθόλου) και είχαν από το Δημοτικό δυσκολία να τη βοηθούν στο σπίτι με τις σχολικές της εργασίες. Η Εμινέ φρόντιζε τα μικρά της αδέλφια όσο η μητέρα της ήταν στα χωράφια, με αποτέλεσμα να πηγαίνει στο σχολείο «αδιάβαστη και άγραφτη». Και ο δάσκαλος δεν την πολυσυμπαθούσε (ή έτσι νόμιζε η ίδια). |
Και στο Γυμνάσιο; |