Ο ρόλος της οικογένειας στη διδασκαλία του γραπτού λόγου

Η διδασκαλία του γραπτού λόγου, ένα από τα σημαντικότερα ίσως στοιχεία του γλωσσικού μαθήματος, είναι υποτιμημένη και παραμελημένη από το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.

Οι έλληνες μαθητές δε διδάσκονται συστηματικά το γραπτό λόγο,
δηλαδή δε μαθαίνουν να προσαρμόζουν το λόγο τους ανάλογα με τον επικοινωνιακό σκοπό που εξυπηρετεί το κάθε κείμενο που γράφουν, ούτε ασκούνται στην παραγωγή λόγου για διαφορετικά ακροατήρια/παραλήπτες. Καθώς ο παραλήπτης, μάλιστα, κατά κανόνα είναι ο εκπαιδευτικός της τάξης, αυτό προξενεί μια αλυσίδα παρανοήσεων και παρεξηγήσεων.  

Τα παιδιά από πολύ μικρή ηλικία κατανοούν τη συμβατικότητα του σχολικού λόγου και προσαρμόζονται σε αυτήν με τις επακόλουθες συνέπειες, βεβαίως, της συρρίκνωσης της δημιουργικότητας και της πρωτοτυπίας τους.

Στη συμμόρφωση αυτή σημαντικό ρόλο παίζει το σπίτι, γιατί το σχολικό πρόγραμμα προσλαμβάνεται σε δύο τόπους: στο σχολείο και στο σπίτι. Τα σχολικά προγράμματα είναι σχεδιασμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να διεκπεραιώνονται κατά το ήμισυ στο σχολείο και κατά το υπόλοιπο ήμισυ στο σπίτι.

Ο ρυθμός πρόσληψης της ύλης από τους μαθητές (βηματισμός κατά τον κοινωνιολόγο της εκπαίδευσης Basil Βernstein) είναι με τέτοιο τρόπο καθορισμένος, ώστε η δουλειά του σχολείου να στηρίζεται κατά πολύ από το χρόνο που καταναλώνουν τα παιδιά στο σπίτι για τη διεκπεραίωση των εργασιών τους.
Τι οφείλουν να κάνουν οι γονείς;