Η διδασκαλία του γραπτού λόγου

Στη διδασκαλία του γραπτού λόγου στο σχολείο δε δίνεται έμφαση στα πολύ βασικά στάδια άσκησης:
  • στον τρόπο σχεδιασμού και προετοιμασίας του κειμένου των μαθητών (για διαφορετικούς σκοπούς και ακροατήρια με τις αναμενόμενες προσδοκίες σε μορφή, γλώσσα και ύφος),
  • στο πρόχειρο γράψιμο (draft),
  • στη διόρθωση (redraft) και
  • επαναγραφή (revision) του κειμένου και
  • στην τελική του αναθεώρηση.
Επειδή η βελτίωση της ικανότητάς μας να γράφουμε αποτελεσματικά προκύπτει από τη δυνατότητα να αναθεωρήσουμε το κείμενό μας, γιατί κάποιος (ο εκπαιδευτικός ή κάποιος συμμαθητής) μας υποδεικνύει τα λάθη και τις αδυναμίες του, η επανατροφοδότηση των μαθητών στα γραπτά τους κείμενα από πλευράς του εκπαιδευτικού είναι ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της διδασκαλίας της γλώσσας.  

Η διαδικασία ανάπτυξης του γραπτού λόγου των ελλήνων μαθητών στο πλαίσιο του «Σκέφτομαι και γράφω» είναι ασαφής ως προς το κειμενικό είδος που ζητείται και ως προς τον παραλήπτη του κειμένου. Η αδιαφάνεια, από την άλλη πλευρά, των κριτηρίων αξιολόγησης των γραπτών καθιστά το έργο της διόρθωσης, εν πολλοίς, «μυστηριώδες». Ακόμη, η έλλειψη δυνατότητας του παιδιού να επιχειρήσει οποιαδήποτε βελτίωση στο κείμενό του αχρηστεύει τις παρατηρήσεις του εκπαιδευτικού και τις κάνει αντιπαιδαγωγικές. Συστηματική κριτική έχει γίνει στο παρελθόν για το είδος αυτό γραφής που είναι εκτός συγκεκριμένου επιπέδου ύφους, χωρίς σκοπό, χωρίς συγκεκριμένους αναγνώστες-παραλήπτες.
  Το ελληνικό σχολείο και η διδασκαλία του γραπτού λόγου