Μια ιστορική αναδρομή της έννοιας «στερεότυπα»

Tον όρο «στερεότυπο» εισήγαγε ο Lippmann στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Ωστόσο ο Lippmann ήταν πιο μπροστά από την εποχή του, καθώς ήδη υποστήριζε ότι τα στερεότυπα είναι φορτισμένα τόσο από την κοινωνική πραγματικότητα όσο και από τα συναισθήματά μας και ότι το πρόβλημά τους είναι η μερική και προκατειλημμένη φύση τους.

Την εποχή εκείνη η επιστήμη θεωρούσε τη γνωστική διαδικασία μια παθητική, «ψυχρή» λειτουργία η οποία επιτρέπει στον παρατηρητή να αποκτήσει μια λίγο πολύ αληθινή εικόνα της «πραγματικότητας». Συνεπώς, αντιμετώπιζε τότε τα στερεότυπα σαν ουδέτερα και αντικειμενικά, που βοηθούν τον άνθρωπο να βάλει τάξη στο πλήθος των πληροφοριών το οποίο τον βομβαρδίζει. Xρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια και να φτάσουμε στη δεκαετία του 1950 για να διαβλέψει η επιστήμη ότι, αντίθετα, η αντίληψη είναι γνωστική διαδικασία ενεργητική και «θερμή», η οποία ενέχει ένα αξιολογικό, κριτικό στοιχείο.  

Παρά την εξέλιξη στις επιστημονικές ιδέες, αυτό που πρωτίστως βασάνιζε τους ερευνητές ήταν «μήπως πρόκειται για αναπόφευκτη διαδικασία». Και ενώ οι μελέτες πολλαπλασιάζονταν, η αρχική εκδοχή του Lippmann περί κοινωνικών αιτίων και κοινωνικών επιπτώσεων των στερεοτύπων είχε ξεχαστεί και αυτό που απέμενε ήταν ότι η κοινωνική πραγματικότητα είναι τόσο περίπλοκη και τόσο συγκεχυμένη, ώστε χρειάζονται μηχανισμοί για να την οργανώνουν και να την απλοποιούν.
  Τα ερωτήματα όμως παρέμεναν