Mαθαίνω σημαίνει δραστηριοποιούμαι και επεξεργάζομαι
το νόημα.
Oποιαδήποτε γνώση κατακτιέται μόνο όταν το υποκείμενο την επενδύσει
με ένα νόημα για αυτό το ίδιο, για τη δική του ζωή, για την προσωπική
του ιστορία. Aυτό σημαίνει ότι στην εκπαιδευτική διαδικασία στόχος δεν
είναι μόνο να μοιραστούμε το ενδιαφέρον για ένα θέμα με τα παιδιά (π.χ.
τη γεωγραφία), να βρούμε τον τρόπο με τον οποίo θα εισαχθούν σε έναν
κώδικα επικοινωνίας (π.χ. τη γλώσσα), αλλά το σπουδαιότερο: να εξασφαλίσουμε
τη συνεχή επανατροφοδότηση του ενδιαφέροντός τους.
Αυτό δεν εξασφαλίζεται με μια υπερπροσφορά παιδαγωγικών δραστηριοτήτων
στη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αντιθέτως, αυτό που μπορεί
να διασφαλίσει την ενεργητική συμμετοχή των παιδιών σε διάρκεια χρόνου
είναι οι παιδαγωγικές δραστηριότητες να είναι με τέτοιο τρόπο σχεδιασμένες,
ούτως ώστε να ανταποκρίνονται στις δικές τους επιθυμίες, στις δικές
τους απορίες και ερωτήματα.
Γιατί μαθαίνω σημαίνει επίσης:
- μου δημιουργούνται απορίες (π.χ. πώς λένε στα ελληνικά τα λαχανικά που ξέρω στη μητρική μου γλώσσα),
- συναντώ γνωστικά εμπόδια και προσπαθώ να τα ξεπεράσω (π.χ. δεν ξέρω πώς τα λένε, αλλά τα αναγνωρίζω και τα λέω στη δική μου γλώσσα),
- συνδέω αυτά που μαθαίνω με τις εμπειρίες μου (π.χ. η Mπομπάη σχετίζεται με τον πατέρα μου που είναι ναυτικός).
|