...εάν ο εκπαιδευτικός δεν είναι εξοικειωμένος με τις γνώσεις περί γλωσσών και ιδίως με τις ιδιαιτερότητες της τουρκικής γλώσσας, ακούει κάτι στ' αυτιά του πολύ παράξενο, που του δίνει μια εντύπωση «κρεολικής» γλώσσας. Ακούει, π.χ., το ένα τουρκόφωνο παιδί στο μειονοτικό σχολείο να λέει: «Mου πάει σχολείο», το άλλο τουρκόφωνο παιδί να λέει: «Ένα σκύλο κυνηγάει γάτα», το τρίτο: «Ένα γάτα μαύρος θέλει να τρώει», ένα τέταρτο παιδί: «Πάει χωριό, φεύγω σπίτι και κοιμάω». Aποκομίζει την εντύπωση ότι τα παιδιά αυτά που μιλάνε με τέτοια λάθη θα πρέπει να έχουν κάποιο πρόβλημα. Aκόμα κι ένα μωρό δύο χρονών, σκέφτεται ο δάσκαλος, δεν κάνει τέτοια λάθη, ακόμα κι ένα μωρό που δεν ξέρει ακόμα καλά να μιλήσει ποτέ δεν πρόκειται να μπερδέψει αρσενικό και θηλυκό παραβιάζοντας τη συμφωνία του ουσιαστικού με το επίθετο και έτσι ποτέ δεν πρόκειται να πει: «Η γάτα είναι μαύρος». Ένα τέτοιο λάθος είναι υπερβολικό λάθος στα μάτια του δασκάλου, αδιανόητο λάθος, που συχνά τον οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να μάθει να μιλάει κι ακόμα περισσότερο να γράφει ένα τέτοιο παιδί.
|